- Ἑλλανοδικεών
- Ἑλλᾱνοδικ-εών, ῶνος, ὁ,A the place where the Ἑλλανοδίκαι held their meetings, Id.6.24.1.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ελλανοδικεών — ἑλλανοδικεών, ο (Α) το οίκημα στην Ολυμπία όπου διέμεναν οι Ελλανοδίκες επί δεκάξι μήνες … Dictionary of Greek